Sidebar

15
Σαβ, Φεβ

Διατροφικές Διαταραχές
Typography

Σχεδόν οι μισοί από τους ασθενείς με μια διαταραχή πρόσληψης διατροφής

δεν θα συναντήσουν τα κριτήρια για την ανορεξία ή τη βουλιμία και θα διαγνωστούν με μια διαταραχή διαταραχής μη προσδιοριζόμενη αλλιώς.

Η νευρική ανορεξία είναι μια σοβαρή ψυχογενής διαταραχή που συνδέεται με την αποφυγή φαγητού ενώ η νευρική βουλιμία με επαναλαμβανόμενα επεισόδια υπερφαγίας. Και οι δυο συνδέονται με μια διαστρεβλωμένη εικόνα του βάρους, καταστροφική για την υγεία διατροφή και ψυχολογικά χαρακτηριστικά άγχους και απώλειας ελέγχου. Η πλειοψηφία ανθρώπων με ΔΔ βιώνουν υψηλά επίπεδα συννοσηρότητας, υψηλά επίπεδα ανησυχίας και κατάθλιψης. Αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί πολλές φορές να μην αναγνωρίζονται, αποτελούν ωστόσο παράγοντες συντήρησης της ασθένειας-διαταραχής.

Για να κατανοήσουμε ποια κριτήρια είναι απαραίτητα για την πλήρη θεραπεία, είναι βασικό να κατανοήσουμε την πορεία της ασθένειας αλλά ακόμα περισσότερο την πορεία που ακολουθεί τη θεραπεία. Αν και οι μισοί από τους ανορεκτικούς ασθενείς θεραπεύονται, οι υπόλοιποι είτε συνεχίζουν να βελτιώνονται είτε παραμένουν χρόνια ασθενείς. Επίσης, υπάρχουν υψηλά ποσοστά υποτροπίασης που συνοδεύουν την μετα-θεραπευτική περίοδο. Η νευρική ανορεξία έχει χειρότερη πρόγνωση και ποσοστά θεραπευτικής επιτυχίας απ’ ό,τι η νευρική βουλιμία. Πολύ συχνή είναι η μετάβαση ασθενών ως προς τα διαγνωστικά τους κριτήρια από την ανορεξία στη βουλιμία και αντίστροφα, συχνότερα όμως αυτό συμβαίνει σε ανορεκτικούς ασθενείς.

Η λίστα των κριτηρίων για πλήρη ανάρρωση θα έπρεπε να είναι ευρεία και να συμπεριλαμβάνει παράγοντες που οδήγησαν στην εμφάνιση της ασθένειας από την πολύ αρχή της. Εκτός από την σωματική και φυσιολογική καλυτέρευση του ασθενούς κατά τη διάρκεια της θεραπείας, ψυχοκοινωνικοί, γνωστικοί  και συναισθηματικοί παράγοντες είναι ζωτικής σημασίας να λαμβάνονται επίσης υπ’όψην. Για παράδειγμα, όταν εξετάζουμε και μετράμε μόνο το σωματικό βάρος ενός ασθενούς, τα επιφαινόμενα ποσοστά επιτυχίας μπορεί να είναι πολύ υψηλότερα σε σύγκριση με τα ποσοστά όταν εξετάσουμε τα ψυχοκοινωνικά κριτήρια του ίδιου ασθενούς. Επομένως, όταν θέλουμε να μιλάμε για πλήρη ανάρρωση διαταραχών πρόσληψης διατροφής, θα ήταν θεμιτό να συνδιάζουμε ένα πλέγμα παραγόντων που συμβάλλουν στη διαταραχή. Συγκεκριμένα, αυτά τα κριτήρια αποτελούν την προσωπικότητα του ασθενούς, όπως για παράδειγμα η ύπαρξη τάσεων τελειομανίας και χαμηλής αυτό-εκτίμησης που βάσει μελετών είναι υψηλές στους ασθενείς που υποφέρουν από διαταραχές διατροφής, η ποσότητα τροφής που καταναλώνουν, φυσιολογικές λειτουργίες όπως ο εμμηνορροικός κύκλος, η ικανότητα του ασθενούς να συνάψει και να διατηρήσει διαπροσωπικές σχέσεις καθώς επίσης η ψυχοσυναισθηματική του κατάσταση.

Η έρευνα έχει επίσης στραφεί σε νευρολογικά αίτια. Η δραστηριότητα νευροδιαβιβαστών σε διάφορες περιοχές του υποθαλάμου συνδέεται με την διάθεση, την όρεξη και το βάρος οπότε μεγάλο κομμάτι ερευνών εξετάζει τον αντίκτυπό τους στις διαταραχές πρόσληψης διατροφής. Ωστόσο τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών είναι απόρροια περίπλοκων συσχετισμών στον ανθρώπινο εγκέφαλο και δεν μπορούν να ερμηνευτούν με απόλυτο τρόπο καθότι δεν γνωρίζουμε ακόμα εάν η δράση αυτών των χημικών στον εγκέφαλο προηγούνται ή έπονται της εμφάνισης της διαταραχής. Το γεγονός πως, λόγω χρηματικών δυσκολιών,  ο εγκέφαλος ενός ανορεκτικού ασθενούς έχει ‘σκαναριστεί’ μόνο κατά τη διάρκεια της ασθένειας και μετά τη θεραπεία, αλλά όχι πριν, δεν μας δίνει στοιχεία του πως μοιάζει ο εγκέφαλος ενός ανορεκτικού ασθενούς πριν την ανάπτυξη της διαταραχής.

Για τον σχεδιασμό πιο εξειδικευμένων και αποτελεσματικών θεραπειών, έρευνες προσπαθούν να κατανοήσουν ενδοατομικές (που αφορούν το ίδιο το άτομο) και διαπροσωπικές (μεταξύ του ατόμου και του περιβάλλοντός του) σχέσεις  των διατροφικών διαταραχών και υποκατηγοριών κλινικών ενοχλήσεων.

Μεταξύ του 30-70% ασθενών με Δ.Δ σταματούν τη θεραπεία. Οι έρευνες δεν έχουν καταφέρει να προσδιορίσουν πλήρως τους λόγους και οι περισσότερες έχουν αποκλειστικά διερευνήσει το ρόλο που παίζουν τα ατομικά χαρακτηριστικά του ασθενούς στη λήξη της θεραπείας από μέρους του και λιγότερο παράγοντες που έχουν να κάνουν με τη θεραπευτική διαδικασία όπως η θεραπευτική σχέση ή ο χρόνος αναμονής που πρέπει να περιμένει κάποιος ασθενείς στις λίστες αναμονής. Έρευνα από το Perth της Αυστραλίας έχει δείξει πως το χαμηλό βάρος και η τάση αποφυγή συναισθήματος σε συνδυασμό με τη μεγάλη χρονική αναμονή στη λίστα αναμονής για θεραπεία είναι οι σημαντικότεροι λόγοι διακοπής της θεραπείας από μέρους του ασθενούς. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες και κυρίως η χώρα μας αντιμετωπίζει αυτό το διαδικαστικό πρόβλημα και στην θεραπεία άλλων ομάδων που χρήζουν θεραπείας όπως είναι οι εξαρτημένες ομάδες που επίσης δυσκολεύονται να έχουν πρόσβαση σε αυτήν λόγω της μεγάλης αναμονής σε κρίσιμα στάδια της πορείας της ασθένειας τους.

Αυτό το εύρημα είναι σημαντικό καθώς ένας παράγοντας συνδεδεμένος με το πρακτικό, διαδικαστικό κομμάτι της θεραπείας είναι θεωρητικά πιο εύκολο να διορθωθεί απ’ ό, τι το ιστορικό βάρους ενός ασθενούς ή τα χαρακτηριστικά της διάθεσής του. Ένα μεγάλο ποσοστό ατόμων που υποφέρουν από Δ.Δ ψάχνουν για βοήθεια πολύ αργά ή δεν έχουν ποτέ πρόσβαση σε θεραπεία. Ενδεχομένως υπηρεσίες διαδικτυακού τύπου να έχουν τη δυναμική να παρέχουν περισσότερο τακτική στήριξη σε αυτούς τους ασθενείς και να διευκολύνουν τη πρόσβασή τους στην φροντίδα της υγείας, χωρίς φυσικά να υποτιμάται ο κίνδυνος που ελλοχεύει από την έλλειψη καταρτισμένων ειδικών με προθυμία να παρέχουν βοήθεια. Έρευνες έχουν δείξει πως η διαδικτυακή παροχή βοήθειας είναι αποδεκτή από πολλά άτομα με Δ.Δ ανά τον κόσμο που υπό άλλες συνθήκες θα είχαν παραμείνει χωρίς καμία στήριξη.

 

Για μια αποτελεσματική μακροπρόθεσμη θεραπεία χρειάζεται να προσδιοριστεί τι χρειάζεται να εφαρμοστεί σε κάθε εξατομικευμένη περίπτωση με την συνεργασία ειδικών που θα φροντίσουν στην αποκατάσταση του κάθε δυσλειτουργικού τμήματος του προβλήματος.

Εγγραφείτε δωρεάν στη Συνδρομητική Υπηρεσία Ηλεκτρονικών Μηνυμάτων για να λαμβάνετε ειδοποιήσεις επιστημονικών άρθρων και προσφορών της ιστοσελίδας.