Sidebar

10
Πεμ, Οκτ

Οικογένεια, Παιδί & Έφηβος
Typography

Στη βιβλιογραφία τη σχετική με τις διαταρακτικές συμπεριφορές των παιδιών απαντάται όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια ο όρος έκρηξη οργής.

 

 

Ο όρος αναφέρεται σε καταστάσεις όπου το παιδί παρουσιάζει έντονη επιθετικότητα που μπορεί να κατευθύνεται προς τους γύρω του (χτυπήματα, ουρλιαχτά, εκσφενδονισμός αντικειμένων) ή προς το ίδιο (αυτοτραυματισμοί, χτύπημα ποδιών στο πάτωμα, κύλισμα του παιδιού στο έδαφος κ.τ.λ.).

Οι κρίσεις αυτές έχουν έναν εξελικτικό χαρακτήρα: πιθανώς να παρουσιαστούν στη νηπιακή ηλικία (18-24 μηνών) ως ένας πρώτος, ανώριμος τρόπος του παιδιού να διαχειρίζεται το θυμό του. Η ηλικία αυτή αποτελεί για το παιδί την έναρξη της ανεξαρτησίας του: ας μην ξεχνάμε πως τα περισσότερα νήπια κατακτούν τη βάδιση στην ηλικία των 1, 5-2 ετών. Από αυτή την άποψη, οι κρίσεις θυμού αποτελούν την αντίδραση του παιδιού σε έναν πρωτόγνωρο κόσμο, αφού τα έντονα συναισθήματα που για πρώτη φορά αναγνωρίζει ως δικά του, και οι ανάγκες του που αλλάζουν,  δεν έχουν άλλο τρόπο να επικοινωνηθούν αποτελεσματικά (καθώς δεν έχει ακόμα κατακτηθεί ολοκληρωτικά η ικανότητα του λόγου).

Ωστόσο υπάρχει πιθανότητα, μέσα από διάφορες διαδικασίες και για διάφορους λόγους, το παιδί μεγαλώνοντας να διατηρήσει ή να υιοθετήσει αυτό τον τρόπο διαχείρησης του θυμού με αποτελέσματα εξουθενωτικά για τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς του. Συχνά οι γονείς αφηγούνται με απόγνωση περιστατικά όπου αντιμετώπισαν μια κρίση οργής του παιδιού τους σε ένα περιβάλλον όπου αισθάνθηκαν εκτεθειμένοι (σούπερ-μάρκετ, επίσκεψη σε φιλικά σπίτια κ.ο.κ.) και αμήχανοι μπροστά σε μια τόσο ακραία συμπεριφορά ενός παιδιού, που κατά τα άλλα είναι ήρεμο και λειτουργικό. Μεγάλο πρόβλημα όμως αποτελούν οι εκρήξεις οργής και για τους εκπαιδευτικούς, καθώς αυτές διαταράσσουν όλο το κλίμα της τάξης: η έκρηξη οργής ενός μαθητή λειτουργεί διεγερτικά και για τους υπόλοιπους, φέρνοντας τον εκπαιδευτικό αντιμέτωπο με μια κατάσταση που νιώθει πως δε μπορεί να ελέγξει.

Η κρίση οργής αποτελεί μια στιγμή κατά την οποία το παιδί βρίσκεται εκτός ελέγχου. Διαρκεί λίγο, αλλά μπορεί να έχει καταστροφικά αποτελέσματα για τις σχέσεις του παιδιού με τους σημαντικούς ενήλικες της ζωής του, αλλά και με τους συνομηλίκους του. Θα διακρίνουμε τώρα τέσσερις φάσεις στην κρίση, σύμφωνα με το «μοντέλο του πυροτεχνήματος»:

Η φάση του εναύσματος. Στη φάση αυτή αρχίζουν να διαφαίνονται στο παιδί οι πρώτες φυσιολογικές (σωματικές) ενδείξεις του θυμού, όπως ελαφρό κοκκίνισμα, αλλαγή στο ρυθμό της αναπνοής, αλλαγή στον τόνο της φωνής και στη στάση του σώματος.

Η φάση της ανέλιξης. Στο σημείο αυτό ο θυμός και η σωματική διέγερση του παιδιού κλιμακώνονται, το παιδί εξωτερικεύει το θυμό του με προκλήσεις, «κακιά γλώσσα» (λέξεις που ξέρει ότι δεν πρέπει να λέει, ειρωνίες και απειλές.

Η φάση της έκρηξης. Αυτό είναι το σημείο που πια το παιδί δείχνει εκτός ελέγχου. Μπορούμε να πούμε ότι το νευρικό σύστημα του παιδιού έχει «κλείσει» κατά κάποιο τρόπο λόγω υπερφόρτωσης και δε μπορεί να επεξεργαστεί πληροφορίες. Ο τρόπος λειτουργίας του είναι χαοτικός και απρόβλέπτος. Πρόκειται για την καταστροφική φάση της κρίσης που αφήνει τους ενήλικες σε αμηχανία και έντονη ανησυχία.

Φάση της επανόρθωσης. Λυγμός, «κλάμα χωρίς δάκρυα», μαρτυρούν πως οι φυσιολογικές λειτουργίες του παιδιού επανέρχονται και αποκαθίστανται.

Ο σκοπός της παράθεσης αυτών των πληροφοριών είναι διπλός: α) να δοθούν κάποιες πληροφορίες περαιτέρω για το τι μπορεί να κάνει ο ενήλικας σε κάθε φάση, και β) παρατηρώντας και γνωρίζοντας το πώς ξεκινάει και κλιμακώνεται η κρίση ο ενήλικας έχει ένα πρώτο όπλο για την πρόληψή της.

Όσον αφορά την πρόληψη, είναι προφανές ότι όσο πιο νωρίς διαπιστώσουμε τα πρώτα σημάδια της διέγερσης, τόσο περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν να ακυρώσουμε τη συμπεριφορά, καθιστώντας την αχρείαστη. Ο ενήλικας θα πρέπει μόλις αντιληφθεί τη διέγερση, να αποφύγει να την τροφοδοτήσει. Αυτό μπορεί να το επιτύχει με το να σταματήσει την αλληλεπίδρασή του με το παιδί σε κείνο το σημείο, ή να προσπαθήσει να στρέψει την προσοχή του παιδιού σε κάποιο από τα ενδιαφέροντά του, ή να του δώσει με ήρεμη και σταθερή φωνή μια οδηγία, που θα το αποσπάσει από το αντικείμενο του θυμού του.

Στην περίπτωση που βλέπουμε τη διέγερση να κλιμακώνεται ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης είναι να αναγνωρίσουμε με ήρεμο τρόπο το συναίσθημα του παιδιου και να του προτείνουμε κάτι που θα το βοηθήσει να μειώσει τη διέγερσή του. Η αντανάκλαση του συναισθήματος (καταλαβαίνω πως είσαι εκνευρισμένος) βοηθά το παιδί να αποκτήσει μια αίσθηση ελέγχου πάνω στο βίωμά του: αυτό που του συμβαίνει είναι καταννοητό, αναγνωρίζεται και ονοματίζεται από κάποιον σημαντικό ενήλικα με τον οποίο μπορεί να συνεργαστεί. Η μέθοδος του time-out μπορεί να είναι χρήσιμη σε αυτή ακριβώς τη φάση.

Το time-out αναφέρεται στην οδηγία που δίνουμε στο παιδί να αποσυρθεί σε ένα χώρο που έχουμε καθορίσει από πριν, και έχουμε συμφωνήσει με το παιδί ότι αυτός θα είναι ο χώρος της «σκέψης» ή η «γωνιά της ξεκούρασης», όπου μπορεί ανεπηρέαστο από εξωτερικά ερεθίσματα να συγκεντρωθεί στον εαυτό του. Μπορεί επίσης, σε αυτή τη φάση της ανέλιξης, να του προσφερεθεί κάποια δραστηριότητα που επιδρά χαλαρωτικά (τέτοιες είναι οι δραστηριότητες λεπτής κινητικότητας: χειροτεχνία, πέρασμα χάντρας σε κλωστη κ.τ.λ.). Η μέθοδος του time-out δεν πρόκειται να λειτουργήσει όταν το παιδί έχει μπει στη φάση της έκρηξης. Απεναντίας, μπορεί να έχει αντίθετα αποτελέσματα (να παρατείνει την έκρηξη ή να αυξήσει την έντασή της).

Για τη φάση της έκρηξης το Α και το Ω είναι να εξασφαλιστεί η προστασία των παιδιών που βρίσκονται γύρω από το παιδί που βιώνει την έκρηξη αλλά και του ίδιου του παιδιού από την επιθετικότητά του. Η εγγύτητα και το άγγιγμα του παιδιού σε αυτή τη φάση μάλλον θα ενισχύσουν την κρίση, όπως και οι λεκτικές οδηγίες που δίνονται με έντονο τόνο της φωνής. Το παιδί στη φάση αυτή δεν είναι σε θέση να ακολουθήσει καμία οδηγία, οπότε η αίσθηση αυτής της αδυναμίας θα αυξήσει την ένταση. Το καλύτερο που έχει να κάνει ο ενήλικας σε αυτή τη φάση είναι να φτάσει στο ύψος του παιδιού, αφήνοντας τουλάχιστον ένα μέτρο απόσταση από το πρόσωπό του και χωρίς να του δίνει οδηγίες, να του απευθύνει καθησυχαστικά λόγια (όλα θα πάνε καλά, δεν υπάρχει ανάγκη να το κάνεις αυτο, θα περάσει..). Την ώρα εκείνη η οποιαδήποτε παρέμβαση μάλλον θα έχει ακόμα πιο «εκρηκτικά» αποτελέσματα. Το μόνο που μπορεί να προσφέρει ο ενήλικας είναι «συνοδεία». Αν είναι αναγκαίο για λόγους ασφάλειας να ακινητοποιηθεί το παιδί, καλό είναι αυτό να γίνει με σταθερότητα, πιάνοντας το παιδί από το πίσω μέρος του σώματος, «κλειδώνοντας» μα τα χέρια τους ώμους του και με το ένα πόδι τα πόδια του παιδιού.

Η φάση της επανόρθωσης δεν ενδείκνυται για τιμωρίες, σχόλια ή κανακέματα. Η συζήτηση του τι βίωσε το παιδί κατά τη διάρκεια της κρίσης είναι χρήσιμη, αλλά προτείνεται να αναβληθεί για κάποια λιγότερο συναισθηματικά φορτισμένη στιγμή.

Αν οι κρίσεις οργής είναι συχνό φαινόμενο, αυτό σημαίνει πως για κάποιους λόγους θεωρούνται από το παιδί αποτελεσματικός τρόπος διαχείρησης του θυμού του, και ίσως σε ένα δεύτερο επίπεδο η οργάνωση της οργής σε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο συμπεριφοράς να αποτελεί για το παιδί τρόπο αντιμετώπισης του άγχους. Η συζήτηση εδώ γίνεται πολυεπίπεδη, καθώς πρέπει να εξεταστούν όλα τα συστήματα που μπορεί να συμμετέχουν στο πρόβλημα (σχολείο, τάξη, οικογένεια, κ.τ.λ.). Σε επόμενο άρθρο θα γίνει συζήτηση σχετικά με τη διαχείρηση του θυμού και τα σχήματα συμπεριφοράς που υιοθετεί το παιδί.  

 

 

 

Εγγραφείτε δωρεάν στη Συνδρομητική Υπηρεσία Ηλεκτρονικών Μηνυμάτων για να λαμβάνετε ειδοποιήσεις επιστημονικών άρθρων και προσφορών της ιστοσελίδας.