Η ανθρώπινη εργασία
… ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου...
Η ανθρώπινη εργασία επιβλήθηκε από το Θεό στον Αδάμ, όπως και ο θάνατος, ως τιμωρία για το προπατορικό αμάρτημα. Αυτός είναι ένας από τους χαρακτηριστικούς μύθους που κατασκευάζουν για την εργασία ένα αυτονόητο τόσο ακλόνητο όσο είναι και ο θάνατος. Ο άνθρωπος, από τη βρεφική Ευδαιμονία της Εδέμ, εκπίπτει στη μοχθηρή (με την αρχαιοελληνική έννοια <μόχθος: κόπος, ταλαιπωρία) Γη της Ανάγκης. Η εργασία, ως απαραίτητο συστατικό δόμησης των κοινωνιών, έγινε ανά τους αιώνες αντικείμενο πολλών και αντικρουόμενων αναπαραστάσεων ανάλογων με τις πολιτικές και οικονομικές συνθήκες καθε εποχής και κοινωνίας.
Η “τραγωδία της ανεργίας”, και μιλάμε εδώ για τη δομική ανεργία, κατάσταση που προκύπτει κυρίως στη βιομηχανική εποχή και από τότε παρουσιάζει αυξητική τάση, είναι ένας σχετικά νεοεμφανιζόμενος λόγος και προκύπτει από την απώλεια του αυτονόητου που προαναφέρθηκε. Αν η εργασία αποτελεί κομβικό σημείο τομής ανάμεσα στον κύκλο της ζωής των ατόμων και στο κοινωνικό σύστημα, η ανεργία αποτελεί το σημείο συνάντησης της προσωπικής με την κοινωνική κρίση.
Η κρίση...
Η κρίση μπορεί να προσδιοριστεί με πολλά επίθετα (οικονομική, ηθική, αξιακή, κ.ο.κ.). Στο σημείο όμως αυτό θα ήθελα να αναφερθούμε στο πυρηνικό χαρακτηρισικό της έννοιας, που είναι η μετάβαση. Με τη λέξη κρίση αυτό που μας έρχεται στο μυαλό είναι η “ένδεια πόρων”. Ένδεια πόρων όμως προς τι; Προς το να συνεχίσουμε να υπάρχουμε όπως υπήρχαμε ως τώρα. Η κρίση είναι η στιγμή όπου συνειδητοποιούμε ότι η δομή σύμφωνα με την οποία λειτουργούμε δε “μας κάνει” πια. Με τη συνειδητοποίηση αυτή ταυτόχρονα αναδύεται η ανάγκη για μια άλλη δομή, νέα, που δεν υφίσταται και πρέπει να την επιννοήσουμε. Από το σημείο αυτό και έπειτα δεν υπάρχει επιστροφή στην προηγούμενη δομή. Όσο βρισκόμαστε σε κρίση, βρισκόμαστε σε έναν ενδιάμεσο χώρο, που δεν είναι ούτε αυτό που γνωρίζαμε ούτε το καινούριο, αποτελεί στην ουσία ένα “πουθενά”.
Μεταβαίνοντας κι εμείς σιγά σιγά από τον κόσμο του αφηρημένου στον κόσμο του συγκεκριμένου, μπορούμε ίσως να δούμε την κατάσταση της ανεργίας ως μία έκφραση, ένα τοπίο αυτού του χώρου. Γίνεται έτσι καταννοητή η σύζευξη της προσωπικής με την κοινωνική κρίση μέσω της ανεργίας. Σε προσωπικό επίπεδο το άτομο έχει απολυθεί από τη δουλειά του (η απόλυση ως στιγμή συνειδητοποίησης της ένδειας) και καλείται να επιννοήσει ένα νέο τρόπο κάλυψης των βασικών του αναγκών. Σε άλλη περίπτωση έχουμε τον νέο άνθρωπο, που η αυτονόμησή του βρίσκεται σε εξέλιξη και ένα από τα βήματα που θα τον οδηγήσουν σε αυτή είναι η εύρεση εργασίας. Πώς θα καταφέρει να διατηρήσει ένα βαθμό αυτονομίας από τη στιγμή που η πατρική του οικογένεια εξακολουθεί να τον συντηρεί; Σε κοινωνικό επίπεδο αυτό που βιώνεται είναι η χρηματοπιστωτική κρίση που πλήττει όλους τους τομείς της οικονομίας έχοντας ως συνέπεια τόσο την υποτίμηση της εργασίας όσο και την έκρηξη της ανεργίας.
...και η ανεργία
Για να προσγειωθούμε ή μαλλον να καταδυθούμε τώρα στον κόσμο του συγκεκριμένου, χρειαζόμαστε αρχικά μια βαθιά ανάσα: πάγωμα προσλήψεων, σπουδές, μεταπτυχιακό, δουλειές του ποδαριού, ανασφάλιστος, δήλωση μηδενικού εισοδήματος, ΟΑΕΔ, αίσθηση ανικανότητας, ανταγωνισμός, πάγωμα οθόνης, βιογραφικό στην επιφάνεια εργασίας, “πρώτα να βρω δουλειά και μετά βλέπουμε”, επιστροφή στο πατρικό, ποδαρόδρομος, χαρτιά κι άλλα χαρτιά, αναβολή στην αναβολη, σβούρα που γυρνά γύρω από το ίδιο σημείο. Νομίζω ότι ο συγκεκριμένος τρόπος γραφής, λέει πολλά περισσότερα για τις συνέπειες της ανεργίας στην ψυχική ζωή των ανέργων, απ οτι θα μπορουσε να πει μια συμβατική ανάλυση!
Αρχικά η ανεργία αποτελεί ένα πλήγμα για την αυτονομία του ατόμου. Η αυτονομία σχετίζεται με το κατά πόσο το άτομο μπορεί μόνο του να καλύψει τις ανάγκες του. Σε ένα πρώτο επίπεδο η ανεργία πλήττει το κομμάτι της κάλυψης των υλικών αναγκών και ωθεί τον θιγόμενο σε σχέσεις εξάρτησης με το περιβάλλον του. Μια δεκαετία νωρίτερα, η επιστροφή στο πατρικό σπίτι παθολογικοποιούνταν από την παραδοσιακή ψυχολογία ως “παρατεταμένη εφηβεία”. Ωστόσο στις νέες συνθήκες δε νομίζω ότι μια τέτοιου είδους παθολογικοπίηση θα είχε νόημα, καθώς τέτοιες περιπτώσεις αποτελούν πλέον σχεδόν κανόνα. Αυτό που μπορούμε να πούμε όμως είναι ότι οι σχέσεις εξάρτησης εγείρουν για τον θιγόμενο πολλά υπαρξιακά ζητήματα και θέτουν την αυτονομία του σε διλήμματα. Φυσικά είναι γνωστό ότι “η δουλειά δεν είναι μόνο για το μισθό”. Φαίνεται να καλύπτει δηλαδή κι άλλες ανάγκες, που η μη κάλυψή τους έχει συνέπειες στην σωματική και ψυχική ζωή του ατόμου.
Όσον αφορά πρώτα στη σωματική- βιολογική διάσταση: Η εργασία παρέχει στην καθημερινότητα του ανθρώπου μια κανονικότητα, μια επαναληπτικότητα και ως εκ τούτου έναν προγραμματισμό των σωματικών λειτουργιών. Το φαγητό, ο ύπνος και η υγειινή μπαίνουν σε ένα πρόγραμμα. Με την απώλεια της εργασίας χάνεται και ένα μεγάλο κομμάτι από τη δομή της καθημερινής ζωής. Αυτό έχει ως συνέπεια να γίνεται το άτομο πιο άστατο στις καθημερινές του λειτουργίες, να παρουσιάζει ευερεθιστότητα, τη γνωστη υπερένταση, και να γίνεται αγχώδες. Το άγχος εδώ μπορεί να ιδωθεί ως μια περίσσια ενέργειας που δεν έχει κανάλι διοχέτευσης. Οι αντιδράσεις των ανθρώπων απέναντι στο άγχος ποικίλουν. Συχνά διαπιστώνονται διαταραχές ύπνου και διατροφής καθώς και “κατάχρηση” υπηρεσιών ψυχικής υγείας και αντίστοιχων φαρμάκων στις γυναίκες ενώ κατάχρηση αλκοόλ και παράνομων ναρκωτικών παρατηρούνται πιο συχνά στους άντρες.
Συνεχίζοντας ας δούμε τις συνέπειες της ανεργίας στο συναισθηματικό κόσμο του ατόμου. Λέγοντας συναισθηματικό κόσμο εννοούμε την αλληλεπίδραση ανάμεσα στις σκέψεις και τα συναισθήματα για τον εαυτό. Σημαντικός όρος εδώ είναι η αυτοεκτίμηση και το πώς αυτή επηρεάζεται από την απουσία της εργασίας. Ο άνεργος είναι πιθανό να αναπτύξει μια “μαθημένη αβοηθησία”, δηλαδή μια αίσθηση του μάταιου: “παρά τις προσπάθειές μου δεν τα καταφέρνω”, πράγμα που μπορεί να τον στρέψει στην παθητικότητα και την εγκατάλειψη της προσπάθειας. Είναι επίσης πιθανό να νιώσει το άτομο πως βρισκεται σε μια αναγκαστική αναμονή: μοιάζει η ζωή του να έχει μπει στον πάγο, καθώς για να προχωρήσει σε κάποια πράγματα (συντροφική σχέση, δημιουργία οικογένειας, εγκατάλειψη πατρικής στέγης) πρέπει πρώτα να βρει δουλειά. Η αίσθηση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε συμπτώματα κατάθλιψης, σε εσωστρέφεια, υποτονικότητα, σε κάτι που μπορεί να περιγραφεί ως ακινησία. Φυσικά η αυτοεκτίμηση είναι μια διαδικασία κυρίως επικοινωνιακή, άρα το κατά πόσο το άτομο θα προβεί σε αρνητικές αξιολογήσεις για τον εαυτό, εξαρτάται κι απ'το πώς πιστεύει ότι το βλέπουν τα άλλα άτομα του περιβάλλοντός του.
Το τελευταίο διάστημα έχει προταθεί ότι από ψυχολογική σκοπιά, οι αντιδράσεις των ατόμων που έχουν απολυθεί μιμούνται τις αντιδράσεις του θρήνου για την απώλεια αγαπημένου προσώπου: σοκ και άρνηση τον πρώτο καιρό, αυξημένη διέγερση και άγχος στη συνέχεια, που ακολουθείται από μια καταθλιπτική αποδοχή και παραίτηση. Γενικά οι άνεργοι θεωρείται ότι βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο εμφάνισης ψυχιατρικών διαταραχών. Ωστόσο οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας ωφείλουν να σκεφτούν την ηθική διάσταση του θέματος πριν αρχίσουν να αντιμετωπίζουν ένα θέμα πρωτίστως κοινωνικό με ψυχιατρικές πρακτικές. Εξάλου ο τρόπος αντίδρασης των θιγόμενων εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Μπορεί η ως τώρα ενεργητικότητα του ατόμου να μην τον οδήγησε στην εύρεση εργασίας και την αυτονόμησή του, μπορεί όμως να τον οδηγήσει σε κοινωνικά δίκτυα που θα του παρέχουν χώρο έκφρασης και ανάπτυξης της δημιουργικότητάς του ή στην οργάνωση σε κάποια συλλογικότητα μέσω της οποίας θα επιβεβαιώσει την κοινωνική του υπόσταση και θα προβεί σε συλλογικές διεκδικήσεις.