Ο θυμός είναι ένα από τα βασικά συναισθήματα και έρευνες έχουν δείξει ότι είναι οικουμενικό συναίσθημα, συναντάται δηλαδή σε όλους τους πολιτισμούς.
Το ξέσπασμα ή η έκρηξη του θυμού είναι μια συναισθηματική έκρηξη την οποία μπορούμε να περιγράψουμε ως «πειρατεία» των νευρώνων (κυττάρων του εγκεφάλου).
Αυτό το οποίο συμβαίνει στον εγκέφαλό μας όταν θυμώνουμε είναι η ενεργοποίηση μια συγκεκριμένης περιοχής, ενός κέντρου στο μεταιχμιακό εγκέφαλο, το οποίο αναγγέλλει ένα επείγον περιστατικό, επιστρατεύοντας παράλληλα τον υπόλοιπο εγκέφαλο στην υπηρεσία του. Ο θυμός είναι από τα πιο αδιάλλακτα αρνητικά μας συναισθήματα και οι άνθρωποι δυσκολεύονται να τον ελέγξουν. Αυτό συμβαίνει επειδή είναι εξαιρετικά διεγερτικός και έχει μεγάλη δύναμη. Παράλληλα, δίνει την αίσθηση ότι είναι ανεξέλεγκτος και ότι το ξέσπασμά του είναι ευεργετικό. Αυτή η δυσκολία έχει άμεσες επιπτώσεις στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους για αυτό και είναι σημαντικό να μάθουμε να τον διαχειριζόμαστε.
Το οικουμενικό κίνητρο για αν θυμώσει κάποιος είναι η αίσθηση του κινδύνου, η οποία σηματοδοτείται όχι μόνο από μια άμεση φυσική απειλή, αλλά και από μια συμβολική απειλή της αυτοεκτίμησης ή της αξιοπρέπειας του ανθρώπου. Είναι αποδεδειγμένο ότι οι άνθρωποι είναι περισσότερο επιρρεπείς στο θυμό όταν έχουν ήδη εκνευριστεί ή προκληθεί ελαφρώς από κάτι άλλο. Αυτό συμβαίνει επειδή το σώμα τους βρίσκεται ήδη σε μια οριακή κατάσταση με αποτέλεσμα το επακόλουθο συναίσθημα να είναι πολύ έντονο. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του θυμού είναι ότι είναι κλιμακούμενος. Είναι δηλαδή μια ακολουθία προκλήσεων η καθεμιά από τις οποίες προκαλεί μια διεγερτική αντίδραση που αποκλιμακώνεται αργά. Ο θυμός λοιπόν, θεριεύει με θυμό. Ένας θυμωμένος άνθρωπος χάνει την ικανότητά του να σκέφτεται και υποκύπτει σε πρωτόγονες αντιδράσεις. Όταν έχουμε ένα ξέσπασμα θυμού υπάρχουν συγκεκριμένες σωματικές αντιδράσεις όπως είναι η αύξηση των παλμών, η διαστολή της κόρης των οφθαλμών, η αύξηση της αρτηριακής πίεσης, η αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος, η αύξηση του ρυθμού της αναπνοής και η έκρηξη ορμονών (κυρίως της αδρεναλίνης).
Η διαχείριση του θυμού σημαίνει ότι ο κάθε άνθρωπος μπορεί να έχει το πάνω χέρι στο θυμό ή στην οργή του. Οι δυνατότητες που έχουμε είναι πολλές αλλά συνήθως ο κάθε άνθρωπος ακολουθεί ένα συγκεκριμένο τρόπο. Το τι θα επιλέξει ο κάποιος εξαρτάται από τη βιολογική του προδιάθεση, το περιβάλλον και τα πολιτισμικά πρότυπα ή τους κανόνες που ισχύουν στο εκάστοτε κοινωνικό πλαίσιο. Υπάρχουν άνθρωποι που θυμώνουν πιο εύκολα σε σχέση με άλλους. Αυτό όμως, δεν σημαίνει ότι έχουν λιγότερες δυνατότητες να διαχειριστούν το θυμό τους. Αυτό που είναι σημαντικό είναι να αναστοχαστεί κανείς τον εαυτό του. Να σκεφτεί δηλαδή καταρχάς τι είναι αυτό που τον ερεθίζει/ εκνευρίζει. Μπορεί να σκεφτεί κάποιος τι είναι αυτό που τον βγάζει από την αυτοκυριαρχία του, τι μπορεί να κάνει κάποιος άλλος ώστε να νιώσει οργή και να εκραγεί, τι τον κάνει να νιώθει αμήχανη, ποια κατάσταση που περιλαμβάνει και άλλους ανθρώπους προτιμά να αποφεύγει. Απαντώντας σε αυτές τις ερωτήσεις θα ανακαλύψει κανείς πως μπορεί να τον εξοργίσει κάποιος. Εξίσου σημαντικό είναι να ανακαλύψει κανείς τι συνηθίζει να κάνει όταν θυμώνει. Για να το πετύχει αυτό αρκεί να φέρει στο μυαλό του μια κατάσταση όπου θύμωσε πάρα πολύ και να απαντήσει στις παρακάτω ερωτήσεις: Πώς αντέδρασε στην κατάσταση αυτή, τι ήταν αυτό που σκέφτηκε, ένιωσε και τι ήταν αυτό που έκανε, ποιο ήταν το κρίσιμο σημείο και υπάρχουν συγκεκριμένες δράσεις που αναλαμβάνει σε περίπτωση θυμού;
Ένα άλλο κρίσιμο σημείο για να μπορέσει κάποιος να διαχειριστεί το θυμό του αποτελεσματικά είναι η αυτοεπίγνωση, η προσοχή δηλαδή του ατόμου στις εσωτερικές του καταστάσεις δίνοντας την δυνατότητα διερεύνησης της εμπειρίας του. Για να το πετύχει αυτό αρκεί να σκεφτεί μία κατάσταση όπου θύμωσε πολύ και να απαντήσει στις παρακάτω ερωτήσεις: Τι ένιωσε πριν θυμώσει τόσο πολύ, τι ήταν αυτό που χρειαζόταν, τι ήταν αυτό που δεν συνέβη λοιπόν, υπήρχε φόβος, τι ήθελε βασικά, τι ήταν αυτό που κρυβόταν πίσω από το θυμό; Και αφού απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα να σκεφτεί το συμπέρασμα που έβγαλε, τι θα ξέρει αν ξαναβρεθεί σε ανάλογη κατάσταση. Το πρώτο και βασικό βήμα για να διαχειριστεί κάποιος το θυμό του είναι να αποκτήσει συνείδηση σχετικά με όσα προκαλούν το θυμό του. Βασικά υπάρχουν τρεις βασικές στρατηγικές. Η πρώτη είναι η σύλληψη και η αμφισβήτηση των σκέψεων που πυροδοτούν το θυμό, η δεύτερη είναι η συμπερίληψη καινούργιων οπτικών και καταπραϋντικών σκέψεων και η τρίτη στρατηγική είναι η συνειδητή απόσταση από αυτό που προκαλεί τον θυμό. Δεδομένου ότι η αρχική μας εκτίμηση εδραιώνει το θυμό και ενθαρρύνει το ξέσπασμα του θυμού είναι εξαιρετικά σημαντικό να αντιληφθούμε αρχικά και στην συνέχεια να αμφισβητήσουμε τις σκέψεις που τον πυροδοτούν. Επίσης, επειδή οι επακόλουθες σκέψεις «ρίχνουν λάδι στη φωτιά» είναι σημαντική η έγκαιρη παρέμβαση στον κύκλο του θυμού. Εξίσου σημαντικό βέβαια, είναι να συμπεριληφθούν νέες οπτικές και καταπραϋντικές σκέψεις. Για παράδειγμα, αν κάποιος έχει βάλει το αυτοκίνητο του σε σημείο που εμποδίζει είναι προτιμότερο να σκεφτεί κάποιος «Μπορεί να του συνέβη κάτι» αντί να σκεφτεί «Θα του δείξω εγώ!». Η τρίτη στρατηγική που αφορά την απομάκρυνση από αυτό που έχει προκαλέσει το θυμό είναι εξίσου σημαντική και μπορεί να επιτευχθεί είτε από την προσωρινή απομάκρυνση από τον αντίπαλο είτε επιλέγοντας να κάνει κανείς μια ευχάριστη δραστηριότητα (διάβασμα ενός βιβλίου, τηλεόραση κλπ). Βοηθητική είναι επίσης η σωματική άσκηση και οι τεχνικές χαλάρωσης (πχ. ασκήσεις αναπνοής). Η χαλάρωση, η σωματική άσκηση ή η ενασχόληση με κάτι ευχάριστο αλλάζουν την φυσιολογία του σώματος από την υψηλή διέγερση σε μια κατάσταση χαμηλής διέγερσης, επειδή αποσπούν την προσοχή από το αίτιο που προκάλεσε το θυμό.
Η κάθαρση- η εκτόνωση της οργής- κάποιες φορές θεωρείται ως τρόπος αντιμετώπισης του θυμού. Μετά από έρευνες διαπιστώθηκε ότι η κάθαρση συμβάλλει από πολύ λίγο έως καθόλου στην εξάλειψη της οργής. Μπορεί μόνο να δημιουργήσει την αίσθηση της ικανοποίησης. Βέβαια, μπορεί να υπάρξουν κάποιες ιδιαίτερες συνθήκες υπό τις οποίες το ξέσπασμα του θυμού φέρνει αποτέλεσμα όπως για παράδειγμα όταν εκφράζεται κατευθείαν στο πρόσωπο που είναι ο στόχος, όταν επαναφέρει μια αίσθηση ελέγχου, όταν διορθώνει μια αδικία, όταν επιβάλλει στον άλλο την τιμωρία που του αξίζει και τον εξαναγκάζει να αλλάξει συμπεριφορά. Τις περισσότερες φορές όμως, η κάθαρση είναι η χειρότερη μέθοδος για ηρεμήσει κάποιος. Το ξέσπασμα της οργής κατά κανόνα αναζωπυρώνει τη συγκινησιακή διέγερση αφήνοντας τους ανθρώπους περισσότερο και όχι λιγότερο θυμωμένους. Πολύ πιο αποτελεσματική είναι η διεργασία κατά την οποία οι άνθρωποι πρώτα ηρεμούν και ύστερα με πολύ πιο εποικοδομητικό και πειστικό αντιμετωπίζουν το άτομο που τους αναστάτωσε για να λύσουν τη διαφορά τους. Με αυτό τον τρόπο μπορεί κανείς να επιλύει τις διαφορές του αποτελεσματικά προστατεύοντας τον εαυτό του από τη μια από τις ανεπιθύμητες επιπτώσεις μιας έκρηξης θυμού και από την άλλη αποφεύγει τις έντονες συγκρούσεις με τους ανθρώπους του περιβάλλοντος του. Κλείνοντας αξίζει να αναφερθεί η φράση του Β. Φραγκλίνου: «Ποτέ ο θυμός δεν είναι αναίτιος, σπάνια όμως η αιτία του είναι άξια λόγου».